Εμφανίζονται οι πρώτες καθυστερήσεις σε δάνεια, ύστερα από τη λήξη του προγράμματος αναστολής δόσεων και μεγάλων ρυθμίσεων κατά το 2020. Προς το παρόν οι αποκλίσεις αυτές θεωρούνται ότι κινούνται εντός των προβλέψεων, δεδομένων των συνθηκών. Ωστόσο, την υπό έλεγχο εικόνα, ύστερα από γενναίες ρυθμίσεις 45 δισ. σε ένα έτος, τη χωρίζει μια λεπτή γραμμή μέχρι το νέο κύμα κόκκινων δανείων, γεγονός που θα εξαρτηθεί από την ένταση και τη διάρκεια της πανδημίας και της αβεβαιότητας.
Οι τράπεζες εκτιμούν ότι πιο ξεκάθαρη εικόνα για το ύψος των νέων κόκκινων δανείων από την πανδημία θα υπάρχει σε περίπου τρεις μήνες, όταν δηλαδή θα έχει λήξει το μορατόριουμ για το σύνολο σχεδόν των δανείων σε αναστολή και όταν περάσουν τουλάχιστον 90 ημέρες από την τελευταία ρύθμιση. Οι εκτιμήσεις των τεσσάρων συστημικών τραπεζών που έχουν διατυπωθεί κατά τις συναντήσεις του νεοσυσταθέντος Συμβουλίου Ρευστότητας κυμαίνονται μεταξύ 5 δισ. και 6 δισ. ευρώ, με την κορύφωση να τη βλέπουμε μετά τη λήξη του πρώτου εξαμήνου. Η Τράπεζα της Ελλάδος και ο διοικητής της, κ. Γιάννης Στουρνάρας, υπολογίζει τα νέα κόκκινα δάνεια μόνο από τα μορατόριουμ των 21 δισ. ευρώ σε περίπου 8-10 δισ. ευρώ, χωρίς δηλαδή να λαμβάνει υπόψη τη δημιουργία νέων καθυστερήσεων από τις υπόλοιπες χορηγήσεις (υφιστάμενες και νέες) λόγω της κρίσης από την πανδημία.
-
Για να μαθαίνετε πάντα όλα τα νέα, κάντε like στη σελίδα μας olanea.gr
Η εκτίμηση στηρίζεται σε ειδικά μοντέλα που παρακολουθεί η Τράπεζα της Ελλάδος και βασίζονται κυρίως στη σύνθεση των δανείων που ρυθμίζονται, στην ιστορικότητα των υποτροπών και τις προβλέψεις για το μακροοικονομικό περιβάλλον. Η ιστορικότητα ακολουθεί ένα μοτίβο που παρουσιάστηκε και κατά τους πρώτους 9 μήνες του 2020 (σε ισχύ προγράμματα αναστολής και επιδοτήσεων δόσεων με συνολικές ρυθμίσεις 33 δισ. και διαγραφές 1,7 δισ). Στο 20% των δανείων με μακροχρόνια ρύθμιση (π.χ., “κούρεμα”, επιμήκυνση κ.λπ.) η καθυστέρηση εμφανίστηκε τρεις μήνες από τη ρύθμιση, ενώ το ποσοστό αυξάνεται στο 35% ύστερα από ένα έτος. Στις βραχυπρόθεσμες ρυθμίσεις τα ποσοστά ήταν περίπου διπλάσια.
Εταιρείες διαχείρισης
Οι τάσεις αυτές συμπίπτουν με τις εκτιμήσεις του προέδρου της Ένωσης Εταιρειών Διαχείρισης Απαιτήσεων Δανείων και Πιστώσεων, κ. Τάσου Πανούση, στη Βουλή, ο οποίος ανέφερε ότι για το σύνολο των ρυθμισμένων στεγαστικών δανείων η τηρησιμότητα εκτιμάται σε 75%-80% και στα δάνεια προς μικρομεσαίες στο 70%-75%. Δηλαδή η τάση προς την καθυστέρηση και αδυναμίας πληρωμής (redefault) ήδη ρυθμισμένων δανείων κυμαίνεται γύρω στο 20-25% για τα στεγαστικά και 25%-30% για τα επιχειρηματικά προς μικρομεσαίες. Κι αυτό, όταν μόνο οι εταιρείες διαχείρισης δανείων προχώρησαν σε ρυθμίσεις 75.000 δανείων ύψους 2 δισ. ευρώ. Μάλιστα, στο 65%-75% των περιπτώσεων υπήρξε κούρεμα οφειλής. Μεγαλύτερο κούρεμα πραγματοποιήθηκε στα καταναλωτικά και γενικότερα σε αυτά χωρίς εξασφάλιση. Μικρότερο κούρεμα έγινε στα στεγαστικά και σε δάνεια με εξασφάλιση. Παράλληλα, από στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος προκύπτει ότι τράπεζες και εταιρείες διαχείρισης έχουν αυξήσει τις μακροπρόθεσμες λύσεις κυρίως μέσω επιμήκυνσης της λήξης των δανείων, σε σχέση με βραχυπρόθεσμες εξυπηρετήσεις.
Τον κίνδυνο δημιουργίας νέων κόκκινων δανείων μετά τη λήξη των αναστολών δόσεων (μορατόριουμ) επισημαίνουν και οι θεσμοί στην έκθεση αξιολόγησης, σημειώνοντας παράλληλα την ανάγκη των τραπεζών να χρειαστούν αυξημένες προβλέψεις. Θετικά αναμένεται να λειτουργήσει το πρόγραμμα Γέφυρα 2 για επιδοτήσεις επιχειρηματικών δανείων, αλλά και εδώ η ανακούφιση θα είναι προσωρινή. Κλειδί για τις εξελίξεις αποτελεί η διάρκεια της πανδημίας.
“Λουκέτα”
Η επισήμανση αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς οι τεχνικές ομάδες του EuroWorking Group, σε υπόμνημα που μοίρασαν στο τελευταίο Eurogroup, αναφέρουν ότι, αν δεν είχαν ληφθεί όλα τα μέτρα στήριξης για την πανδημία σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τα λουκέτα στην αγορά θα είχαν διψήφιο ποσοστό, περνώντας τους αντίστοιχους κινδύνους στις τράπεζες. Γι’ αυτό Κομισιόν και ΕΚΤ υπενθυμίζουν στις κυβερνήσεις να μην αποσύρουν γρήγορα τα μέτρα στήριξης, να είναι στοχευμένα και να μη δημιουργούν ηθικούς κινδύνους (στρατηγικοί κακοπληρωτές).
Σε ό,τι αφορά τα ποσοστά ανάκτησης, δηλαδή στην εισπραξιμότητα από κόκκινα δάνεια, πηγές της αγοράς αναφέρουν ότι παρατηρήθηκε βελτίωση τα δύο τελευταία τρίμηνα του 2020, κάτι το οποίο συνεχίστηκε και στις αρχές του 2021.