ΣΕΡΡΕΣ: Η Λαϊκή Συσπείρωση για τις μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων
Δελτίο τύπου της Λαϊκής Συσπείρωσης Σερρών αναφέρει:
«Καθιερώθηκε» από την απελθούσα δημοτική αρχή να μην κατατίθενται υπηρεσιακές εισηγήσεις σε συνεδριάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου, όταν εισάγονται προς έκφραση
γνώμης ζητήματα που αφορούν σε Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ), με το
αιτιολογικό ότι η υπηρεσία δεν υποχρεούται ούτε είναι αρμόδια για την ενέργεια αυτή.
Με σχετικό έγγραφό της η Δ/νση Τεχνικών Υπηρεσιών – Τμήμα Περιβάλλοντος υποστηρίζει
ότι για τις δημοτικές υπηρεσίες και ειδικότερα το Τμήμα Περιβάλλοντος «Δεν προκύπτει από
πουθενά η δικαιοδοσία/αρμοδιότητα για να εισηγούνται – γνωμοδοτούν».
Στο έγγραφο γίνεται ένα αυθαίρετο λογικό άλμα. Πράγματι, η Τεχνική Υπηρεσία/Τμήμα
Περιβάλλοντος του Δήμου δε γνωμοδοτεί. Αυτό είναι έργο του Δημοτικού Συμβουλίου.
Εντούτοις, από καμία διάταξη το νόμου δεν απαγορεύεται να καταθέτει εισηγήσεις επί
περιβαλλοντικών ζητημάτων – μελετών το Τμήμα Περιβάλλοντος του Δήμου Σερρών.
Με κανένα τρόπο δε συνάγεται ότι το Τμήμα Περιβάλλοντος έχει την ευχέρεια να αρνηθεί να
προσκομίσει εισήγηση προς το σώμα (δημοτικό συμβούλιο), όταν αυτό καλείται να
εκφράσει άποψη επί περιβαλλοντικής μελέτης.
Ούτε από το γεγονός ότι επί των περιβαλλοντικών μελετών γνωμοδοτούν άλλες δημόσιες
υπηρεσίες συνάγεται πως οι υπηρεσίες του Δήμου «απαλλάσσονται» από τη σύνταξη εισηγήσεων που, σε κάθε περίπτωση, θα συνέβαλαν στη διαμόρφωση ολοκληρωμένης
και εμπεριστατωμένης άποψης της Δημοτικής αρχής που εισηγείται επί θεμάτων που
άπτονται των αρμοδιοτήτων και της ειδικότητας των εργαζομένων στις εν λόγω υπηρεσίες.
Εξ’ άλλου, είναι μια πρακτική που όχι μόνο εφαρμόζεται σε άλλους Δήμους της χώρας αλλά
στο παρελθόν εφαρμοζόταν και στον Δήμο Σερρών.
Κατά συνέπεια, η συγκεκριμένη στάση (άρνηση κατάθεσης εισηγήσεων) συνιστά πολιτική
επιλογή της απελθούσας δημοτικής αρχής και όχι δεσμευτική νομική υποχρέωση/
απαγόρευση για την υπηρεσία. Γι’ αυτό, εξάλλου, και το έγγραφο του Τμήματος
Περιβάλλοντος/Δ-νση Τεχνικών Υπηρεσιών δεν υπογράφεται από αρμόδιο υπηρεσιακό
πρόσωπο (δ/ντή ή προϊστάμενο) αλλά από πολιτικό (Αντιδήμαρχο Έργων – Υποδομών).
Αυτή η «παράλειψη» δεν είναι δυνατό να γίνει αποδεκτή, τόσο από νομική όσο και
–κυρίως- από πολιτική πλευρά. Θα περιοριστούμε όμως εδώ στην κυρίαρχη πολιτική
πλευρά του ζητήματος, αφού το Δ.Σ. είναι πολιτικό όργανο.
Σε μια εποχή που εισάγονται, όλο και συχνότερα, προς γνωμοδότηση μελέτες
περιβαλλοντικών επιπτώσεων (ΜΠΕ) για μεγάλα έργα είναι αδιανόητο να μην υπάρχει
μια βασική αποτίμηση των στοιχείων και δεδομένων κάθε περιβαλλοντικής μελέτης
από τους επιστήμονες της αρμόδιας υπηρεσίας του Δήμου μας.
Το Τμήμα Περιβάλλοντος του Δήμου μας πρέπει να στελεχωθεί/ενδυναμωθεί, ώστε να δύναται να ανταπεξέρχεται στις αυξημένες του υποχρεώσεις και όχι να απενεργοποιείται – αποσύρεται.
Πολλά τα ερωτήματα που αναφύονται. Αναφερόμαστε σε τρία βασικά:
● Πώς και πάνω σε ποια βάση είναι δυνατό να διεξαχθεί στο δημοτικό
συμβούλιο ουσιαστική συζήτηση επί της εκάστοτε εισαγόμενης ΜΠΕ, αν δεν
υπάρχουν η άποψη και οι παρατηρήσεις της υπηρεσίας;
● Πώς είναι δυνατό να εξασφαλιστεί ένα μίνιμουμ αξιοπιστίας στην όποια
απόφαση ληφθεί από το δημοτικό συμβούλιο όταν οι δημοτικοί σύμβουλοι
δεν λαμβάνουν γνώση της άποψης των ειδικών από την πλευρά των
συμφερόντων του Δήμου;
● Πώς μπορεί να γίνει αποδεκτό ένα πολιτικό όργανο, που καλείται να εκφέρει
γνώμη επί σοβαρών περιβαλλοντικών θεμάτων, για ενέργειες και έργα τα
οποία ενδέχεται να επιφέρουν σημαντικές επιπτώσεις στο φυσικό
περιβάλλον, να συζητά «δίχως μπούσουλα και χάρτη»;
Είναι προφανές ότι αυτή η τακτική απαξιώνει το κύρος και την αξιοπιστία της
λειτουργίας τόσο του δημοτικού συμβουλίου όσο και των Υπηρεσιών του Δήμου.
Ευρύτερα, συνιστά πλήγμα για την ίδια την πολιτική υπόσταση του θεσμού τοπικής
αυτοδιοίκησης. Στην ουσία -και ανεξαρτήτως προθέσεων των επινοητών της – αποτελεί ένα
«δώρο» προς τους ενδιαφερόμενους για την επένδυση ιδιώτες, αφού στερεί από τους
δημοτικούς συμβούλους και τα μέλη των τοπικών συμβουλίων από απολύτως
απαραίτητες και ουσιώδεις πληροφορίες και στοιχεία επί του συζητούμενου θέματος.
Γίναμε μάρτυρες της πλήρους απαξίωσης του οργάνου το Μάρτιο του 2022, όταν η
απελθούσα δημοτική αρχή, σε συνεδρίαση με θέμα έκφραση γνώμης επί περιβαλλοντικής
μελέτης, όχι μόνο «εγκαινίασε» τη νέα τακτική των μη εισηγήσεων, αλλά φρόντισε να
«εξασφαλίσει» και τη διαδικτυακή παρουσία εκπροσώπων της ενδιαφερόμενης για την
επένδυση εταιρείας, οι οποίοι καλούνταν να απαντήσουν σε απορίες και ερωτήματα
δημοτικών συμβούλων!
Τέλος, σύμφωνα με τον κανονισμό λειτουργίας των δημοτικών συμβουλίων (άρθρο 3)
«ο/η πρόεδρος του Δ.Σ. “δύναται να καλεί δημοτικούς υπαλλήλους ή ιδιώτες,
προκειμένου να πληροφορήσουν το Δ.Σ. σχετικά με θέματα που συζητούνται”.
Όχι μόνο, λοιπόν, επιβάλλεται η ύπαρξη υπηρεσιακής εισήγησης, αλλά επιπροσθέτως, η
πρόεδρος του Δ.Σ. «δύναται» να καλεί και αρμόδιο δημοτικό υπάλληλο να παρευρίσκεται
στη συνεδρίαση για να πληροφορήσει το σώμα σχετικά με συζητούμενο θέμα. Για όλους αυτούς τους λόγους ζητούμε να επανέλθει η απολύτως αναγκαία και θεσμικά/πολιτικά επιβεβλημένη υποβολή συνοδευτικών υπηρεσιακών εισηγήσεων, όταν συζητούνται προς έκφραση γνώμης Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων στο δημοτικό μας συμβούλιο. Το ζήτημα αφορά στην αξιοπιστία λειτουργίας των ίδιων των δημοκρατικών θεσμών.